Λεξικό
ani
Στην Ελληνική γλώσσα, η Ιαπωνική λέξη " ani" σημαίνει: αδερφός (μεγαλύτερος)

Στην Ιαπωνική γλώσσα, η Ιαπωνική λέξη "ani" γράφεται ως:
|
|
 |
|
Η λέξη δημοσιεύτηκε από τον χρήστη elissaios στις 25/08/2007 και έχει προβληθεί 3372 φορές από επισκέπτες. |
|
 |
|
omedeto, fune, sato, nihongo, rakuen, sobo, ao, renkin, atarashii, kiku, me, kami, bokken, iruka, natsu, urusai, kotae, itsu, kioku, gomennasai, kani, tengoku, setomono, bo-to, yorokobi, mimi, nichi, jinken, taka, tako, fuuin, en, mugen, kusuri, asa gohan
|
|
 |
|
Το ξέρετε ότι αυτή η λέξη έχει μπει στην λίστα μας από τα ίδια μας τα μέλη; Εάν επιθυμείτε να προσθέσετε και εσείς μια λέξη που λείπει από την λίστα, πατήστε εδώ.
| |
Τελευταίες Καταχωρήσεις Τίτλων |










|
Τελευταίες Παρουσιάσεις Τίτλων |










|
|
|


 |
17/09

15/09

14/09

14/09

14/09

11/09

11/09

11/09

11/09

11/09

|
 |
|