Λεξικό
bunshin
Στην Ελληνική γλώσσα, η Ιαπωνική λέξη " bunshin" σημαίνει: κλόνος, alter ego
Στην Ιαπωνική γλώσσα, η Ιαπωνική λέξη "bunshin" γράφεται ως:
|
|
|
|
Η λέξη δημοσιεύτηκε από τον χρήστη Vasgoku στις 20/12/2007 και έχει προβληθεί 3118 φορές από επισκέπτες. |
|
|
|
kiku, dansei, makeru, kimochi, ie, janken, ba, bougyo, yumi, sasori, bushidou, zettai, wakarimasen, kibou, nikuyoku, zutto, akumu, densetsu, kouen, fushigi, sora, shio, ishi, rekishi, netsu, shinnen, seiza, megami, umi, yuuutsu, akemashite omedetou gozaimasu, tatsumaki, shippu, ocha, oka
|
|
|
|
Το ξέρετε ότι αυτή η λέξη έχει μπει στην λίστα μας από τα ίδια μας τα μέλη; Εάν επιθυμείτε να προσθέσετε και εσείς μια λέξη που λείπει από την λίστα, πατήστε εδώ.
| |
Τελευταίες Καταχωρήσεις Τίτλων |
|
Τελευταίες Παρουσιάσεις Τίτλων |
|
|
|
|
17/09
15/09
14/09
14/09
14/09
11/09
11/09
11/09
11/09
11/09
|
|
|