Λεξικό
rin
Στην Ελληνική γλώσσα, η Ιαπωνική λέξη " rin" σημαίνει: φώσφορος

Στην Ιαπωνική γλώσσα, η Ιαπωνική λέξη "rin" γράφεται ως:
|
|
 |
|
Η λέξη δημοσιεύτηκε από τον χρήστη Monkey D Luffy στις 05/11/2007 και έχει προβληθεί 2551 φορές από επισκέπτες. |
|
 |
|
jiei, yukata, kishi, juurai, apaato, jinken, shounen, hana, kiseki, kouen, kouen, otouto, kuma, byouin, zutto, hokori, hoteru, nibanmeni, gochisousama, ase, yuugi, fushigi, imouto, yuubinkyoku, Mekishiko, ise-ebi, satou, kuroi, suupaa, ookii, akumu, joshi, miito-boru, ahen, naka
|
|
 |
|
Το ξέρετε ότι αυτή η λέξη έχει μπει στην λίστα μας από τα ίδια μας τα μέλη; Εάν επιθυμείτε να προσθέσετε και εσείς μια λέξη που λείπει από την λίστα, πατήστε εδώ.
| |
Τελευταίες Καταχωρήσεις Τίτλων |










|
Τελευταίες Παρουσιάσεις Τίτλων |










|
|
|


 |
17/09

15/09

14/09

14/09

14/09

11/09

11/09

11/09

11/09

11/09

|
 |
|